- σουξέ
- τοάκλ. (λ. γαλλ.), επιτυχία: Το τραγούδι αυτό είναι το σουξέ της εποχής.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σουξέ — το, Ν άκλ. (ιδίως για τραγούδι ή καλλιτεχνική παράσταση) επιτυχία. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. succes < λατ. successus] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek